λαμπαδίας

λαμπαδίας
(Αστρον.). Ελληνική ονομασία του αστέρα Αλντεμπαράν (αραβ. Al Dabaran = ο ακόλουθος, λόγω του γεγονότος ότι φαίνεται να ακολουθεί τις Πλειάδες) που ανήκει στον αστερισμό του Ταύρου. Ο Λ. ονομάζεται επίσης οφθαλμός του Ταύρου, επειδή στη μυθολογική παράσταση του αστερισμού καταλαμβάνει ακριβώς τη θέση του ματιού. Είναι λαμπρός αστέρας κοκκινωπού χρώματος, ο λαμπρότερος του αστερισμού και ο 13ος λαμπρότερος αστέρας του ουρανού, ενώ στην αστρονομία φέρεται με την ονομασία α Ταύρου. Η λαμπρότητά του καθιστά εύκολο τον εντοπισμό του στον ουρανό, κοντά στις Πλειάδες. Είναι αστέρας πρώτου μεγέθους (ακριβέστερα 0,86) και παρουσιάζει επιφανειακή θερμοκρασία περίπου 5.100 βαθμών, δηλαδή κατώτερη από τη θερμοκρασία του Ήλιου. Η απόσταση του Λ. από τη Γη είναι σχετικά μικρή, περίπου 68 έτη φωτός, και σε αυτή οφείλεται ίσως η σημαντική φαινομενική λαμπρότητά του. Μεσουρανεί τα μεσάνυχτα της 3ης Δεκεμβρίου. Ο Λαμπαδίας ή Αλντεμπαράν είναι ο λαμπρότερος αστέρας του αστερισμού του Ταύρου. Κάτω, σύγκριση των διαστάσεων του Ήλιου και του Λαμπαδία.
* * *
ο (AM λαμπαδίας)
ο πιο λαμπρός από τους αστέρες τού αστερισμού τού ταύρου, αλλ. λαμπαύρας
(μσν. -αρχ.) είδος κομήτη που μοιάζει με λαμπάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπάς, -άδος + -ίας*].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • λαμπαδίας — λαμπαδίᾱς , λαμπάδιος torch bearing fem acc pl λαμπαδίᾱς , λαμπάδιος torch bearing fem gen sg (attic doric aeolic) λαμπαδίᾱς , λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc acc pl λαμπαδίᾱς , λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαμπαδία — λαμπαδίᾱ , λαμπάδιος torch bearing fem nom/voc/acc dual λαμπαδίᾱ , λαμπάδιος torch bearing fem nom/voc sg (attic doric aeolic) λαμπαδίᾱ , λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc nom/voc/acc dual λαμπαδίας kind of comet resembling a… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λαμπαδίαν — λαμπαδίᾱν , λαμπάδιος torch bearing fem acc sg (attic doric aeolic) λαμπαδίᾱν , λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc acc sg (attic epic doric aeolic) λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αστροφυσική — Κλάδος της αστρονομίας που εξετάζει τη χημική σύνθεση και τη φυσική κατάσταση των ουράνιων σωμάτων, τη θερμοκρασία και τη σύσταση της ατμόσφαιράς τους, την ένταση και την ανάλυση του φωτός τους και, γενικότερα, αναπτύσσει μεθόδους για την… …   Dictionary of Greek

  • λαμπάδα — η (AM λαμπάς, άδος) μεγάλο κερί, μεγάλη ράβδος από κερί ή άλλο υποκατάστατό του η οποία χρησιμοποιείται συνήθως σε επίσημες ή σε θρησκευτικές τελετές (α. «λαμπάδα τού Επιταφίου» β. «λαμπάδα κηροχίτωνα», Ανθ. Παλ.) νεοελλ. φλόγα, πύρινη γλώσσα… …   Dictionary of Greek

  • λαμπαδιανάπτης — λαμπαδιανάπτης, ὁ (Μ) (μία από τις προσηγορίες τού θεού) αυτός που ανάβει τους κομήτες. [ΕΤΥΜΟΛ. < λαμπαδίας + ἀνάπτω] …   Dictionary of Greek

  • λαμπαύρας — λαμπαύρας, ὁ (Α) ο αστέρας λαμπαδίας. [ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. λάμπω + αὔρα] …   Dictionary of Greek

  • ταύρος — I Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Βασιλιάς της Κρήτης από την Κνωσό. Αφού κυρίευσε την Τύρο της Φοινίκης, γύρισε στην Κρήτη με πολλούς αιχμαλώτους και πολλά κορίτσια, μεταξύ των οποίων ήταν και η Ευρώπη, κόρη του βασιλιά της Φοινίκης …   Dictionary of Greek

  • λαμπαδίου — λαμπάδιον small torch neut gen sg λαμπάδιος torch bearing masc/neut gen sg λαμπαδίας kind of comet resembling a torch masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”